Την στιγμή αυτή ο Ήλιος θα φτάσει στο σημείο της Φθινοπωρινής Ισημερίας, δηλαδή στην μία από τις δύο τομές των δύο μεγάλων κύκλων του ουρανού της Εκλειπτικής (που είναι η φαινόμενη τροχιά του Ήλιου ανάμεσα στους αστερισμούς) και του Ουράνιου Ισημερινού (που είναι η προέκταση του Γήινου Ισημερινού στον Ουράνιο θόλο). Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.

Ο υπολογισμός του Έτους των 365,25 ημερών έγινε από την αρχαιότητα με την παρατήρηση της επίδρασης που έχει πάνω στην Γη η περιφορά της γύρω από τον Ήλιο, η επίδραση δηλαδή του κύκλου των εποχών! Είναι η επαναλαμβανόμενη παρέλαση της Άνοιξης, του Καλοκαιριού, του Φθινοπώρου και του Χειμώνα! Κάθε μέρα η Γη βρίσκεται σε διαφορετική θέση από αυτήν που βρισκόταν την προηγουμένη. Έτσι από κάθε νέα θέση αντικρίζουμε τον Ήλιο από διαφορετική γωνία. Επειδή λοιπόν εμείς βλέπουμε τον Ήλιο από διαφορετική γωνία κάθε μέρα, μας φαίνεται ότι ο Ήλιος βρίσκεται μπροστά από διαφορετικά άστρα. Έτσι κάθε φορά που η Γη συμπληρώνει μία πλήρη περιφορά γύρω από τον Ήλιο, μας φαίνεται ότι ήταν ο Ήλιος αυτός που συμπλήρωσε έναν κύκλο γύρω από τη Γη, πάνω στην εκλειπτική. Η εκλειπτική δηλαδή δεν είναι τίποτε άλλο παρά η απεικόνιση, ή η προέκταση πάνω στην ουράνια σφαίρα, της γήινης τροχιάς γύρω από τον Ήλιο.

Αν παρατηρήσουμε την εκλειπτική και τη συγκρίνουμε με τον ουράνιο ισημερινό (την προέκταση δηλαδή του ισημερινού της Γης και την αποτύπωσή του πάνω στον ουράνιο θόλο), θα δούμε ότι οι δύο αυτοί κύκλοι δεν συμπίπτουν, αλλά αντίθετα τέμνονται, σχηματίζοντας γωνία ίση με 23 μοίρες και 27 πρώτα λεπτά (περίπου 23,5 μοίρες), λόγω της κλίσης που έχει ο άξονας της Γης σε σχέση με το επίπεδο που σχηματίζει η εκλειπτική. Η γωνία αυτή ονομάζεται «λόξωση της εκλειπτικής», και τα δύο σημεία στα οποία τέμνονται οι δύο κύκλοι ονομάζονται «ισημερινά σημεία».  

Στο πρώτο σημείο ο ουράνιος ισημερινός τέμνει την εκλειπτική εκεί όπου ο Ήλιος βρίσκεται στις 20-21 Μαρτίου. Το σημείο αυτό ονομάζεται «εαρινό ισημερινό σημείο», και από την ημέρα αυτή αρχίζει η άνοιξη. Εκ διαμέτρου αντίθετα η τομή γίνεται όταν ο Ήλιος βρίσκεται στις 22-23 Σεπτεμβρίου. Το σημείο αυτό ονομάζεται «φθινοπωρινό ισημερινό σημείο», και από την ημέρα αυτή αρχίζει το φθινόπωρο. Η κάθοδος, όμως, του Ήλιου θα συνεχιστεί μέχρις ότου, γύρω στις 22 Δεκεμβρίου, θα φτάσει στο νοτιότερο σημείο της τροχιάς του που ονομάζεται χειμερινό τροπικό σημείο, ή απλά χειμερινή τροπή ή χειμερινό ηλιοστάσιο. Από την ημέρα αυτή θα αρχίσει ο Χειμώνας. Αλλά από κει κι έπειτα ο Ήλιος σταματάει να κατέρχεται και ξαναρχίζει και πάλι να σκαρφαλώνει, κάθε μέρα όλο και πιο ψηλά.

Και ο κύκλος των εποχών τελειώνει με τον Ήλιο και πάλι στην εαρινή ισημερία, με το τέλος του χειμώνα και τον ερχομό της άνοιξης, που καλωσοριζόταν από τους ανθρώπους με μεγάλη χαρά και αγαλλίαση, διότι στον ερχομό της έβλεπαν το τέλος του χειμώνα και των στερήσεών τους, του κρύου και του θανάτου. Την άνοιξη τα χιόνια έλιωναν και χάνονταν, τα χόρτα και τα αγριολούλουδα των λιβαδιών ξαναφούντωναν, ο καιρός ημέρευε και γινόταν θερμότερος και τα μπουμπούκια εμφανίζονταν ξανά στα δένδρα. Έβλεπαν τη ζωή να ξαναγυρίζει στη Γη. Με την άφιξη της άνοιξης οι μέρες θα μεγάλωναν, ο καιρός θα γλύκαινε και καλύτερες μέρες θα έρχονταν και πάλι. Πώς, λοιπόν, να παραξενευτεί κανείς που στα παλιά τα χρόνια γιόρταζαν την πρώτη ημέρα της άνοιξης, την εαρινή ισημερία, σαν πρωτοχρονιά, σαν αρχή ενός καινούργιου χρόνου, σαν εποχή της αναγέννησης της φύσης; Ήταν πραγματικά ο θάνατος του σκότους και η γέννηση του φωτός. 

Οι αλλαγές των εποχών, άλλωστε, είχαν για τους αρχαίους τεράστια σημασία, ιδιαίτερα μάλιστα μετά την εμφάνιση της γεωργίας πριν από περίπου 10.000 χρόνια. Γι’ αυτό, η διάρκεια ενός ηλιακού έτους έπρεπε να μετρηθεί επακριβώς, επειδή η σπορά, η συγκομιδή και οι άλλες γεωργικές ασχολίες εξαρτώνταν από τις αλλαγές των εποχών. Δεν είναι, λοιπόν, καθόλου παράξενο που ο Ήλιος λατρεύτηκε από τους αρχαίους σαν θεός, αφού γι’ αυτούς ο Ήλιος ήταν ο δημιουργός των εποχών του έτους και του κύκλου των φαινομένων και των εναλλαγών που σχετίζονται με αυτές: από τη σπορά ως τη βλάστηση και από την ανθοφορία ως τη συγκομιδή.

π