Στην πρόσκαιρη ζωή μας πάνω στη Γη τίποτα δεν μας φαίνεται τόσο μόνιμο και σταθερό όσο τα άστρα στον ουρανό. Χρόνια και χρόνια τώρα, τα ίδια άστρα, στους ίδιους αστερισμούς λαμπυρίζουν σταθερά και αξιόπιστα. Με ελάχιστες μόνον εξαιρέσεις τα άστρα αυτά έχουν παραμείνει «σταθερά» επί χιλιάδες χρόνια.

Κι όμως, αυτή η «μονιμότητα» και η «σταθερότητα» των άστρων δεν είναι παρά μόνο φαινομενική. Γιατί τα άστρα, όπως κι εμείς, γεννιόνται, εξελίσσονται και πεθαίνουν.

Τα τελευταία χρόνια συγκεντρώσαμε μια τεράστια ποσότητα πληροφοριών για το τι συμβαίνει στον Γαλαξία μας με τη βοήθεια των τροχιακών μας αστεροσκοπείων που ερευνούν το διάστημα πάνω από τη γήινη ατμόσφαιρα.

Ακτίνες Χ και γάμμα, καθώς επίσης και υπεριώδεις, υπέρυθρες και ραδιοακτινοβολίες συλλαμβάνονται, συγκεντρώνονται και μελετώνται αποκαλύπτοντάς μας διαδικασίες εν δράσει που ούτε τα πιο ευφάνταστα βιβλία επιστημονικής φαντασίας δεν θα μπορούσαν να προβλέψουν πριν από μερικές δεκαετίες.

Σήμερα για παράδειγμα, γνωρίζουμε ότι ανάμεσα στα άστρα βρίσκονται άτομα και μόρια όλων των χημικών στοιχείων, και ιδιαίτερα το πιο διαδεδομένο και ελαφρύ στοιχείο, το υδρογόνο. Σ’ αυτές τις μεσοαστρικές περιοχές συναντώνται τεράστιες συγκεντρώσεις αερίων και σκόνης, που σχηματίζουν τα μεσογαλαξιακά μας νεφελώματα.

Τα νεφελώματα των οποίων η σκόνη αντανακλά και διαχέει το φως των άστρων που βρίσκονται κοντά τους ονομάζονται νεφελώματα ανάκλασης και έχουν μια γαλαζωπή εμφάνιση.

Αντίθετα τα φωτεινά νεφελώματα που αποτελούνται κυρίως από αέρια αδυνατίζουν το φως των άστρων καθώς αυτό περνάει ανάμεσα από περιοχές όπου η σκόνη είναι ορατή, με αποτέλεσμα η σκόνη αυτή να απορροφάει το γαλάζιο και το υπεριώδες φως και να εκπέμπει έτσι στην κόκκινη περιοχή του οπτικού φάσματος.

Τα νεφελώματα αυτά έχουν την ιδιότητα να εκπέμπουν και δικό τους φως γιατί η ακτινοβολία των άστρων που βρίσκονται μέσα τους διεγείρει τα υλικά που τα αποτελούν. Αυτού του είδους τα νεφελώματα ονομάζονται νεφελώματα εκπομπής και αποτελούνται κυρίως από ιονισμένο υδρογόνο.

Από τις αρχές της δεκαετίας του 1920 μάθαμε ότι η ύπαρξη των διαστρικών αυτών νεφελωμάτων προσδιόριζε τις τοποθεσίες όπου βρίσκονταν τα λίκνα των άστρων, προσδιόριζε δηλαδή τις τοποθεσίες της γέννησής τους.

credits: Nasa

π