Ο Διονύσης Σιμόπουλος δεν είναι πια μαζί μας. Ο επίτιμος Διευθυντής του Ευγενιδείου Πλανηταρίου, πολυβραβευμένος για τη συνεισφορά του στην αστρονομική εκπαίδευση, με σημαντική συγγραφική και δημοσιογραφική δραστηριότητα, «έφυγε» από τη ζωή σε ηλικία 79 ετών, με το χαμόγελο στα χείλη, ακριβώς όπως έζησε όλη του τη ζωή. Το έργο του όμως, που έκανε την επιστήμη της αστρονομίας προσιτή στο ευρύ κοινό παραμένει ως παρακαταθήκη γνώσης για όλους μας, καθώς πίστευε ότι η διάχυση της επιστήμης δεν πρέπει να περιορίζεται στα στενά όρια της ακαδημαϊκής κοινότητας.  

Ήταν καλοκαίρι του 1960, όταν ο 17χρονος τότε Διονύσης ως πρόσκοπος σε κατασκήνωση στον Παρνασσό, είδε για πρώτη φορά το φεγγάρι μέσα από τους φακούς ενός μικρού τηλεσκοπίου που είχαν φέρει πρόσκοποι από την Αμερική, και του ήρθε όπως χαρακτηριστικά έλεγε «ο ουρανός σφοντύλι». Εκείνη την εποχή ο άνθρωπος δεν είχε πετάξει ακόμη στο Διάστημα και φυσικά ο νεαρός Διονύσης δεν θα μπορούσε να φανταστεί την πορεία που θα ακολουθούσε. 

Μερικά χρόνια αργότερα ως φοιτητής στις ΗΠΑ είχε πλέον αποφασίσει ότι η μελέτη του ουρανού θα ήταν ο δρόμος που θα ακολουθούσε ως επαγγελματική καριέρα. Ήταν η εποχή των πρώτων ημερών της κατάκτησης του Διαστήματος και εκεί επέλεξε ότι ο δρόμος για αυτόν δεν θα ήταν η έρευνα ή η παρατήρηση του έναστρου ουρανού, αλλά η εκπαίδευση και η διάχυση της επιστήμης αυτής, που τόσο τον είχε μαγέψει από παιδί. Το 1967 ξεκινά να εργάζεται στο Πλανητάριο Τεχνών και Επιστημών της Λουιζιάνα ως σύμβουλος και μετέπειτα ως διευθυντής. Αργότερα, τo 1969, ως ανταποκριτής κάλυψε δημοσιογραφικά τις πρώτες αποστολές Apollo 9 και Apollo 10 από το Διαστημικό Κέντρο στο Χιούστον, ενώ στην εκτόξευση του Apollo 11 βρέθηκε στο Ακρωτήριο Κένεντι ως ο μοναδικός Έλληνας διαπιστευμένος δημοσιογράφος. Το 1973, έπειτα από την πρωτοποριακή για την εποχή απόφαση και πρόσκληση της αείμνηστης Μ. Σίμου, αναλαμβάνει τη διεύθυνση του Ευγενιδείου Πλανηταρίου στην Αθήνα, θέση που διατήρησε έως το 2014, και στη συνέχεια ορίστηκε επίτιμος Διευθυντής του. 

Είχε στο ενεργητικό του πολλές εγχώριες και διεθνείς διακρίσεις, έχοντας χρηματίσει, μεταξύ άλλων, πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Αστρονομική Εκπαίδευση, μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Διεθνούς Εταιρείας Πλανηταρίων, γενικός γραμματέας της Ένωσης Ευρωπαϊκών και Μεσογειακών Πλανηταρίων, εταίρος  της Βασιλικής Αστρονομικής Εταιρείας της Αγγλίας και της Διεθνούς Εταιρείας Πλανηταρίων. Το 1996 έλαβε την ανώτατη τιμητική διάκριση της Διεθνούς Εταιρείας Πλανηταρίων για τη συνεισφορά του στη διεθνή αστρονομική εκπαίδευση, ενώ το 2006 τιμήθηκε με τον "Ακαδημαϊκό Φοίνικα" του Υπουργείου Παιδείας της Γαλλίας. 

Στις 22 Δεκεμβρίου 2015, η Ακαδημία Αθηνών τον βράβευσε για την συνολική του προσφορά στη διάδοση της αστρονομίας και την πρότυπη λειτουργία του Ευγενιδείου Πλανηταρίου.

"Ο θάνατος δεν με φοβίζει" είχε δηλώσει ο ίδιος. Έλεγε συχνά ότι η γενετική μας δομή είναι αυτή που μας ωθεί να μάθουμε το τι είμαστε και από πού προήλθαμε. Που μας ωθεί στην περιπέτεια της εξερεύνησης. Γι’ αυτό άλλωστε ένας επιστήμονας σαν εκείνον, στην προσπάθειά του να κατανοήσει το Σύμπαν, δεν αντίκριζε έναν άγνωστο κόσμο. Έβλεπε, αντίθετα, την υπόσχεση ενός πανέμορφου ταξιδιού προς την Ιθάκη των γνώσεων. Ενός Ταξιδιού Χωρίς Τέλος. Ειδικά για εκείνον και για όσους είχαν την τιμή να συνεργαστούν μαζί του και να μοιραστούν το όραμά του.

Στον, φορτισμένο συναισθηματικά, αποχαιρετιστήριο λόγο του ο Πρόεδρος του Ιδρύματος Ευγενίδου, κ. Λεωνίδας Δημητριάδης-Ευγενίδης, αναφέρθηκε στο πολυσχιδές έργο του, τον χαρακτήρισε βαθιά συνειδητοποιημένο πολίτη, ευρυμαθή, επικούρειο στοχαστή αλλά και πραγματιστή, ο οποίος με το  έργο, την εμβληματική του προσωπικότητα και την επιστημονική του  παρουσία, διεύρυνε την έρευνα και την γνώση της αστροφυσικής προς όφελος όλης της κοινωνίας, ως επικεφαλής για 50 χρόνια του Ευγενιδείου Πλανηταρίου. Πράγματι παραμένει μυστήριο της ζωής ο θάνατος, αλλά ο ίδιος ο Διονύσης Σιμόπουλος μας δίδαξε πως "δεν είναι τίποτα παρά επιστροφή στις βασικές αλήθειες". 

Διέθετε την ευχέρεια λόγου και το επικοινωνιακό χάρισμα να γίνεται κατανοητός κι έτσι εκπαίδευσε τρεις γενιές μέσα από τις δράσεις του Ευγενιδείου Πλανηταρίου και μέσα από δεκάδες βιβλία μεταξύ των οποίων τα: "Είμαστε Αστρόσκονη", "Από τα Ψηλαλώνια στο Φεγγάρι", "Ο Ουρανός της Ελλάδας" και "Η μεγάλη περιπέτεια στο Διάστημα".  

Όπως τόνισε ο κ. Λεωνίδας Δημητριάδης-Ευγενίδης, η προσφορά του Δ. Σιμόπουλου, ως Διευθυντή στη θέση αυτή, επί 50 και πλέον χρόνια, αλλά και η συνεισφορά του στην αστρονομική εκπαίδευση της χώρας είναι εγνωσμένης αξίας από την Διεθνή Επιστημονική Κοινότητα. Οι επιστημονικές και φιλοσοφικές αναζητήσεις και τοποθετήσεις του, για το πόσο μικροσκοπικοί είμαστε ως άνθρωποι, σε σχέση με το Σύμπαν, και ταυτόχρονα πόσο σημαντικοί, αφού κατορθώσαμε να κατανοήσουμε τη μεγαλειότητα του Σύμπαντος, αποτελούν σημαντικά μαθήματα αυτογνωσίας για όλους μας.

Ο Διονύσης Σιμόπουλος, παρέμεινε μέχρι το τέλος της ζωής του μια ευγενική και προσηνής προσωπικότητα, μεταφέροντας την αγάπη του για την αστρονομία στα παιδιά και στο ευρύ κοινό, με τρόπο απτό και κατανοητό. Εκείνος πέρασε στον κόσμο της σιωπής, αφήνοντας παρακαταθήκη στους νεότερους μια πλούσια και σημαντική δημιουργία, αλλά και τη βαθύτατα φιλοσοφική σκέψη του για την ανθρώπινη φύση  και την επιστήμη.

Το έργο του δεν χρειάστηκε ποτέ "συστατικές επιστολές". Η εσωτερική δύναμη, η ποιότητα και το ήθος που τον χαρακτήριζαν θα παραμείνουν για πάντα στη μνήμη μας.

Οδυνηρή έλλειψη, αλλά ποτέ "απουσία" ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Ευγενίδης για τον πολύτιμο συνεργάτη του Ιδρύματος Ευγενίδου, που δίδαξε, διά του παραδείγματος, το ταξίδι με όραμα αλλά και γενναιότητα, στην προσωπική Ιθάκη.

Ο θάνατός του προκάλεσε πανελλήνια θλίψη, κάτι που συμβαίνει μόνο με τους πολύ ιδιαίτερους ανθρώπους.

Το Ίδρυμα Ευγενίδου, το "σπίτι" του, έχοντας τον Διονύση Σιμόπουλο οδηγό στα επόμενα συμπαντικά του ταξίδια, αποχαιρετά με συγκίνηση και σεβασμό ένα κομμάτι της ιστορίας του, έναν εξαίρετο επιστήμονα, έναν πολύτιμο συνεργάτη, έναν ιδιαίτερο άνθρωπο. Ο Διονύσης Σιμόπουλος ξεκίνησε πια τη μεγάλη περιπέτεια για να γίνει ξανά αστρόσκονη… γιατί "δεν ήξερε πού είναι ο φόβος...". 

ιε