υδ
Ιστορικό υποτροφιών
Πάνω από 750 υποτροφίες σε αποφοίτους του ΕΜΠ, του Λιμενικού Σώματος και άλλων φορέων της τεχνικής εκπαίδευσης
Ένας από τους πρώτους τομείς με τους οποίους αποφάσισε η Μαριάνθη Σίμου σε συνεργασία με τους συμβούλους της και με την ουσιαστική βοήθεια του Νίκου Βερνίκου-Ευγενίδη να δραστηριοποιηθεί αμέσως το Ίδρυμα για την εκπλήρωση του σκοπού του ήταν η παροχή υποτροφιών σε νέους Έλληνες. Η απόφαση αυτή προήλθε από ενδελεχή μελέτη της κατάστασης της τεχνικής εκπαίδευσης στην Ελλάδα, τον εντοπισμό των αδυναμιών της και την καταγραφή των αναγκών της. Το σύστημα της Τεχνικής Εκπαίδευσης τότε χώλαινε κυρίως λόγω έλλειψης ειδικευμένου διδακτικού προσωπικού για τα τεχνικά μαθήματα και της παντελούς σχεδόν απουσίας καταλλήλων διδακτικών βιβλίων για τους μαθητές.
Σκοπός των υποτροφιών και διαδικασία επιλογής υποτρόφων
Η παροχή υποτροφιών σε νέους Έλληνες για να σπουδάσουν σε τεχνικές σχολές της ημεδαπής ή της αλλοδαπής απέβλεπε κυρίως στην κατά το δυνατόν πλήρη τεχνική κατάρτιση των υποτρόφων, αλλά και στην δημιουργία διδακτικών στελεχών για τις υφιστάμενες στην Ελλάδα τεχνικές σχολές. Η Διοίκηση του Ιδρύματος ήταν η μόνη αρμόδια να καθορίζει κάθε φορά τον αριθμό των υποτρόφων, τον κλάδο της υποτροφίας, την διάρκειά της, το μηνιαίο ποσό της και τους εν γένει όρους χορήγησής της. Οι υπότροφοι επιλέγονταν κατά δύο τρόπους: είτε με διαγωνισμό, είτε χωρίς διαγωνισμό, οπότε η Επιτροπή καθόριζε τα αντικειμενικά κριτήρια εξέτασης των υποψηφίων. Οι υποτροφίες χορηγούνταν για σπουδές είτε στο εξωτερικό, είτε στο εσωτερικό.
Οι πρώτοι υπότροφοι
1956-1966
Οι πρώτες υποτροφίες εξωτερικού προκηρύχθηκαν από το Ίδρυμα αμέσως μετά την δημοσίευση στην εφημερίδα της κυβερνήσεως του Β.Δ. περί Συστάσεως του Ιδρύματος Ευγενίδου και κυρώσεως του Οργανισμού διοικήσεως και διαχειρίσεώς του τον Φεβρουάριο του 1956. Η δυνατότητα της ταχείας αυτής προκήρυξης κατέστη εφικτή χάρη στην σοβαρή προεργασία την οποία είχε επιτελέσει η Μαριάνθη Σίμου με τους συμβούλους της.
Πέραν της απόφασης χορήγησης υποτροφιών, η Διοίκηση του Ιδρύματος όφειλε να λύσει σειρά υπαρκτών προβλημάτων που είχαν σχέση με την επιτυχία του θεσμού. Κατ’ αρχάς έπρεπε να αξιολογηθούν οι λειτουργούσες τότε τεχνικές σχολές στην χώρα μας, από τις όποιες οι περισσότερες ήταν ιδιωτικές, ώστε να επιλεγούν εκείνες που ανταποκρίνονταν στις απαιτήσεις της παροχής ικανοποιητικής εκπαίδευσης. Από τις σχολές αυτές θα αναζητούνταν οι υποψήφιοι υπότροφοι. Έπρεπε επίσης να εξευρεθούν στο εξωτερικό οι σχολές εκείνες που θα δέχονταν τους υποτρόφους, εγχείρημα καθόλου εύκολο λαμβάνοντας υπόψη ότι η παροχή της τεχνικής εκπαίδευσης στην Ευρώπη και στην Αμερική διάφερε ριζικά από εκείνη της Ελλάδας.
Οι υπότροφοι κατανέμονταν στις σχολές του εξωτερικού από το Ίδρυμα αναλόγως της ειδικότητας στην οποία θα μετεκπαιδεύονταν. Δύο ήταν οι κύριες ειδικότητες: του μηχανοτεχνίτη και του ηλεκτρολόγου.
Πριν την αναχώρηση των υποτρόφων από την Ελλάδα, το Ίδρυμα είχε φροντίσει για την εγγραφή τους στις σχολές, την παραμονή τους σε κατάλληλα καταλύματα και την παρακολούθηση των σπουδών τους από υπεύθυνο της σχολής, στην οποία θα φοιτούσαν. Στην περίπτωση δε που οι γνώσεις της γλώσσας της χώρας στην οποία θα μετέβαιναν δεν ήταν επαρκής για την παρακολούθηση των μαθημάτων, οι υπότροφοι παρακολουθούσαν μαθήματα σε σχολεία ταχείας εκμάθησης επί 2 μήνες, όπου η διδασκαλία εστιαζόταν κυρίως στην εκμάθηση της τεχνικής ορολογίας.
Οι υπότροφοι υπέβαλαν στο Ίδρυμα ετήσιες εκθέσεις, στις οποίες περιέγραφαν την πορεία της εκπαίδευσής τους, τα προγράμματα διδασκαλίας, τις δυσκολίες τις όποιες συναντούσαν, την πρόοδό τους και τις κρίσεις τους για τον τρόπο διδασκαλίας των εργαστηριακών μαθημάτων. Οι εκθέσεις αυτές είναι πολύτιμες μαρτυρίες για να αντιληφθούμε την φιλοσοφία της παροχής τεχνικής εκπαίδευσης στις προηγμένες τεχνολογικώς χώρες της Ευρώπης και να εξηγήσουμε την συμβολή των αποφοίτων μαθητών των σχολών αυτών στην βιομηχανική ανάπτυξη των χωρών τους αλλά και το όραμα του Ευγενίου Ευγενίδου για την ανάγκη ανάπτυξης της τεχνικής εκπαίδευσης στη χώρα μας, ώστε να προσεγγίσει την ευρωπαϊκή πραγματικότητα.
Οι σχέσεις των υποτρόφων με το Ίδρυμα κατά την διάρκεια των σπουδών τους δεν ήταν τυπικές, αλλά οικείες. Οι υπότροφοι αλληλογραφούσαν με την Μαριάνθη Σίμου ιδιογράφως και από τα κείμενα των επιστολών αυτών αποδεικνύεται ότι εκτός από τα ζητήματα των σπουδών τους, αναφέρονταν και σε καθημερινά ανθρώπινα προβλήματα και χαρές. Σε όλα αυτά τα γράμματα απαντούσε η Σίμου με στοργή.
Από τους 29 υποτρόφους εξωτερικού του Ιδρύματος μέχρι το 1966 οι 27 περάτωσαν τις σπουδές τους και επέστρεψαν στην Ελλάδα. Όλοι εργάσθηκαν σε βιομηχανίες, εταιρείες, δημόσιες υπηρεσίες, οργανισμούς και σχολεία. Η θετική προσφορά των υποτρόφων στις εργασίες στις οποίες προσελήφθησαν δικαίωσε την επιλογή τους από το Ίδρυμα. Οι υπότροφοι επέλεγαν ελεύθερα την απασχόλησή τους σε εργοδότες, χωρίς κανέναν περιορισμό προερχόμενο από τους όρους της υποτροφίας. Αυτό επιβεβαιώνει την χωρίς όρους, ανιδιοτελή αγάπη του Ευγενίου Ευγενίδου και της Μαριάνθης Σίμου για τον τόπο τους.
1967-1986
Ανάγκη για λιγότερες υποτροφίες
Μεταξύ των ετών 1967-1986 ο θεσμός των υποτροφιών ατόνησε και τούτο διότι η τεχνική και επαγγελματική εκπαίδευση στην Ελλάδα είχε βελτιωθεί θεαματικά, οι καθηγητές των Τεχνικών Σχολών και Επαγγελματικών ήταν ειδικώς εκπαιδευμένοι, το Ίδρυμα είχε ήδη συγγράψει και εκδώσει 175 διδακτικά βιβλία για το Επαγγελματικό και Τεχνικό Λύκειο μεταξύ των ετών 1978-1985, ενώ από το 1957 έως το 1978 είχε καλύψει όλες τις ανάγκες σε βιβλία των Κατωτέρων και Μέσων Τεχνικών Σχολών και των Τεχνικών Σχολών Νέου Τύπου με σύνολο 130 βιβλίων.
1987-σήμερα
Το 1987, έτος εορτασμού των 150 χρόνων του ΕΜΠ, ο Νίκος Βερνίκος-Ευγενίδης, διάδοχος της Μαριάνθης Σίμου, με απόφαση της Διοικούσας Επιτροπής, πρόσφερε για μία δεκαετία υποτροφίες για αριστούχους αποφοίτους ή άξιους Έλληνες αποφοίτους του ΕΜΠ που δεν διέθεταν επαρκή οικονομικά μέσα. Τους υποτρόφους επέλεγε η Σύγκλητος μετά από πρόταση των τμημάτων. Οι υποτροφίες αυτές συνεχίζονται μέχρι σήμερα και ήδη ξεπερνούν τις 440.
Η Διοικούσα Επιτροπή του Ιδρύματος, με πρωτοβουλία του Νίκου Βερνίκου-Ευγενίδη, από το 1989 προσέφερε υποτροφίες και σε στελέχη του Λιμενικού Σώματος για μεταπτυχιακές σπουδές στο εξωτερικό. Οι υποτροφίες αυτές, οι οποίες συνεχίζονται μέχρι σήμερα και ήδη ξεπερνούν τις 70, συνέβαλαν και εξακολουθούν να συμβάλλουν στην δημιουργία υψηλά καταρτισμένων στελεχών του Λιμενικού Σώματος, ικανών να αντιμετωπίσουν επιτυχώς τις προκλήσεις της διεθνούς ναυτιλίας και να εκπροσωπούν επάξια την Ελλάδα.
Τέλος, από το 1992 έως το 2016 χορηγήθηκαν υποτροφίες σε πανεπιστήμια της Ελλάδας και του εξωτερικού για μεταπτυχιακές και διδακτορικές σπουδές.
υδ